Κυριακή 21 Ιουλίου 2013

Eλύτης: Είμαστε από καλή γενιά.

Οδυσσέας Ελύτης [Στα χτήματα βαδίσαμε όλη μέρα...]
Στα χτήματα βαδίσαμε όλη μέρα
Με τις γυναίκες τους ήλιους τα σκυλιά μας
Παίξαμε τραγουδήσαμε ήπιαμε νερό
Φρέσκο καθώς ξεπήδαγε από τους αιώνες
Το απομεσήμερο για μια στιγμή καθήσαμε
και κοιταχτήκαμε βαθειά μέσα στα μάτια
Μια πεταλούδα πέταξε απ’ τα στήθεια μας
Ήτανε πιο λευκή
Απ’ το μικρό λευκό κλαδί της άκρης των ονείρων μας
Ξέραμε πως δεν ήταν να σβηστεί ποτές
Πως δεν θυμότανε καθόλου τι σκουλήκια έσερνε

Το βράδυ ανάψαμε φωτιά
Και τραγουδούσαμε γύρω τριγύρω:

Φωτιά ωραία φωτιά μη λυπηθείς τα κούτσουρα
Φωτιά ωραία φωτιά μη φτάσεις ως τη στάχτη
Φωτιά ωραία φωτιά καίγε μας
                                                λέγε μας τη ζωή.

Εμείς τη λέμε τη ζωή την πιάνουμε απ’ τα χέρια
Κοιτάζουμε τα μάτια της που μας ξανακοιτάζουν
Κι αν είναι αυτό που μας μεθάει μαγνήτης, το γνωρίζουμε
Κι αν είναι αυτό που μας πονάει, κακό, τόχουμε νιώσει
Εμείς τη λέμε τη ζωή, πηγαίνουμε μπροστά
Και χαιρετούμε τα πουλιά της που μισεύουνε

Είμαστε από καλή γενιά.

Το ποίημα ανήκει στην ποιητική συλλογή «Ήλιος ο Πρώτος» που κυκλοφόρησε το 1943. Μέσα στο ζοφερό κλίμα του πολέμου και της γερμανικής κατοχής, ο Οδυσσέας Ελύτης συνθέτει ένα ποίημα δοξαστικό για την ελληνική φυλή.
Σ’ ένα πλαίσιο ευδαιμονίας που δεν προδίδει τίποτε από τις συνθήκες της εποχής, ο ποιητής φαινομενικά μιλά για μια παρέα φίλων, αλλά επί της ουσίας πραγματεύεται τη μοίρα των Ελλήνων, τιμά τη δύναμη της ψυχής τους και προεξοφλεί την αίσια αντιμετώπιση κι αυτής της εξαιρετικά επώδυνης δοκιμασίας του λαού του.

Στο ποίημα κυριαρχεί το εμείς, προσδίδοντας στην περιγραφόμενη εμπειρία τη συλλογικότητα εκείνη που απαιτείται για να τονιστεί η αντικειμενικότητα του βιώματος. Όσα αναφέρει ο ποιητής δεν είναι προσωπικές του σκέψεις και προσδοκίες, αλλά μια κατάσταση συλλογική που ξεπερνά μάλιστα τα περιορισμένα χρονικά όρια του παρόντος και διατρέχει την μακραίωνη πορεία του ελληνισμού.
Η εύθυμη και ευδαιμονική διάθεση που κυριαρχεί στο ποίημα έχει διττή λειτουργία: σε πρώτο επίπεδο πρέπει να έχουμε υπόψη μας πως ο ποιητής όφειλε να δώσει τις σκέψεις του συγκαλυμμένες και χωρίς επικαιρικές νύξεις, ώστε το ποίημά του να περάσει από τη λογοκρισία που είχε επιβληθεί από τις γερμανικές αρχές, έπειτα η πρόθεση του ποιητή ήταν να ενισχύσει το ηθικό των συμπατριωτών του γι’ αυτό κι επέλεξε να δώσει το μήνυμά του με μια σύνθεση γεμάτη αισιοδοξία και ελπιδοφόρα διάθεση.
Άλλωστε, όπως έχει επισημάνει ο ίδιος ο Ελύτης, στην ποίησή του επιχειρεί να αναδείξει την ελπίδα και την ομορφιά, όσο άσχημη κι αν είναι η πραγματικότητα γύρω του. Ας δούμε πως περιγράφει την ποιητική λειτουργία ο Ελύτης:

«Μιλώ για την ποιητική λειτουργία και ως προς αυτήν υπάρχουνε δύο μέθοδοι. Υπάρχει η μέθοδος η εξομολογητική, που αποτελεί, ας πούμε, τον κανόνα. Ο ποιητής, δεχόμαστε ότι εκφράζει την γύρω του πραγματικότητα. Στα έργα του, που αποτελούν ένα είδος εσωτερικού ημερολογίου, καταγράφει τις ψυχικές του αντιδράσεις, που, βέβαια, είναι οδυνηρές, αφού ζητούν ν’ αποδώσουν τη δυσαρμονία του με το φυσικό και κοινωνικό του περιβάλλον. Στο βαθμό μάλιστα που η θλίψη του ή η διαμαρτυρία του είναι οξύτερες, αξιολογείται και η ποιότητα της ευαισθησίας του. Οπόταν εγώ, με τέτοια κριτήρια, ευρέθηκα να είμαι τέρας αναισθησίας, άμοιρος των δεινών που μαστίζουν την ανθρωπότητα, με άλλα λόγια ένας απερίσκεπτος έφηβος που τα βρίσκει όλα ωραία και τα εξυμνεί. Ενώ εγώ ήμουν, απλά και μόνον, ένας χημικός που έβαζε λίγο βόρειον άνεμο, λίγο λουλακί θαλάσσης, λίγο δέρμα νέας κοπέλας, λίγη κατάνυξη αγιότητας, για να βγάλει το αποτέλεσμα που η ζωή του στερούσε. Ήταν ο μηχανισμός του εξορκισμού που λειτουργούσε μέσα μου; Δεν ξέρω. Πάντως ήταν η αντίδραση που θα δοκίμαζε φερ’ ειπείν ένας αρχιτέκτονας που βλέπει ένα φριχτό οικοδόμημα και ξέρει ότι με τα ίδια υλικά θα μπορούσε να είχε γίνει κάτι διαφορετικό, κάτι που να «στέκει» καλύτερα. Σημειωτέον ότι τα «υλικά» που είχα βαλθεί να επικαλούμαι δεν ήταν διόλου φανταστικά πράγματα. Υπήρχαν δοσμένα απ’ την ίδια τη ζωή – πλην καταδικασμένα σε αδράνεια από τους ίδιους τους ανθρώπους, από την άγνοια και τις προκαταλήψεις αιώνων.
...
Σε τι θα ωφελούσε να γίνω ένας απλός αναμεταδότης της ασχήμιας, με το δικαιολογητικό ότι υπάρχει στην πραγματικότητα; Είναι κάτι που το ξέρουμε και δεν υπάρχει λόγος να το επαναλαμβάνουμε. Τουλάχιστον εγώ αποβλέπω στην μεταμόρφωση.»

Οδυσσέας Ελύτης, «Η υπέρβαση και η γεωμέτρηση» [Περιοδικό «η λέξη»]

http://latistor.blogspot.com/2012/09/blog-post_11.html#ixzz2Zi1jl9TE
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου